15.12.10


Το νησί των λουλουδιών (Ilha das Flores, 1989) του Jorge Furtado είναι ένα πειραματικό ντοκιμαντέρ δεκατριών λεπτών από τη Βραζιλία, μέσα από το οποίο παρακολουθούμε την ιδιότυπη πορεία μιας χαλασμένη τομάτας στον κόσμο των ανθρώπων.
Ξεκινώντας από το κτήμα του Ιάπωνα κυρίου Σουζούκι, η τομάτα πουλιέται σε ένα σουπερμάρκετ. Από εκεί την αγοράζει μαζί με λίγο χοιρινό η κυρία Ανέτ, πωλήτρια αρωμάτων. Η Ανέτ ετοιμάζεται να φτιάξει μια σάλτσα για το χοιρινό αλλά, αποφασίζοντας ότι μια από τις τομάτες του κυρίου Σουζούκι δεν πληροί τις προϋποθέσεις, την πετάει στα σκουπίδια. Μαζί με τα υπόλοιπα απορρίμματα, η τομάτα μεταφέρεται στο Νησί των Λουλουδιών, τη χωματερή του Πόρτο Αλέγκρε, όπου λαμβάνει χώρα μια εκπληκτική διαδικασία διαλογής: το καταλληλότερο οργανικό υλικό δίνεται στα γουρούνια για τροφή, ενώ το υπόλοιπο -το μέρος που κρίθηκε ακατάλληλο για τους χοίρους- δίνεται σε φτωχές γυναίκες και παιδιά που δεν έχουν άλλο τρόπο για να σιτιστούν.
Το νησί των λουλουδιών βραβεύτηκε με την Αργυρή Άρκτο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1990, ενώ το 1995 επιλέχθηκε από Ευρωπαίους κριτικούς ως μια από τις εκατό σημαντικότερες ταινίες μικρού μήκους του εικοστού αιώνα.

12.12.10

Τζόναθαν Κόου. Ένα μυθιστόρημα δρόμου

Το σπίτι του ύπνου, η λέσχη των τιποτένιων, σαν τη βροχή πριν πέσει είναι τίτλοι αγαπημένων βιβλίων του Τζόναθαν Κόου, του 49χρονου Βρετανού συγγραφέα που παρουσίασε πρόσφατα το τελευταίο του έργο "Ο ιδιωτικός βίος του Μάξουελ Σιμ" (εκδόσεις Πόλις).  Μέσα από το «Τι ωραίο πλιάτσικο!» σατίρισε τη Βρετανία της Θάτσερ, μέσα από τον «Κλειστό κύκλο» τη Βρετανία του Τόνι Μπλερ και μέσα από τομ Μάξουελ Σιμ δημιουργεί ένα μυθιστόρημα δρόμου για τη ζωή και την επιβίωση στον 21ο αιώνα.  Ο Τζόναθαν Κόου  μεγάλωσε στο Μπέρμιγχαμ , όπου στο φόντο κυριαρχούσαν το σάουντρακ των SexPistols, αλλά και οι αιματηρές επιθέσεις του IRA και οι απεργίες των ανθρακωρύχων. Και σε αυτήν τη χώρα εξακολουθεί να ζει, να παρατηρεί, να γράφει και με το νέο μυθιστόρημά του να πραγματεύεται τις αλλαγές στη δομή της στη νέα χιλιετία, στα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, της αποξένωσης και της εικονικής πραγματικότητας, του facebook.. Αν μου αρέσει κάτι στα έργα του Κόου, είναι κυρίως η καθαρότητα του λόγου του, ανοικτό παράθυρο μεσα από το οποίο παρατηρούμε την ιστορία, τη δομή της , τους χαρακτήρες της. Το γράψιμο αποτελεί για αυτόν...

...μια θεμελιώδης έκφραση της δυσαρέσκειας για την πραγματικότητα γύρω μου, είτε συναισθηματικά είτε από κοινωνική ή πολιτική άποψη.Κάτι σου χτυπάει ως παράταιρο και θέλεις να το πάρεις, να το αλλοιώσεις, να του δώσεις νέο σχήμα και μετά να το βάλεις πάλι κάτω στη θέση του και να πεις: “Εντάξει, τώρα μου αρέσει περισσότερο”

Πιστέυω πως αποτελεί μια απάντηση που καλύπτει και τη δική μας ανάγκη, την ανάγκη όσων γραφουν στα διάφορα blogs να δείξουν τι δεν πάει καλά στον κόσμο τους και τι πρέπει να διορθωθεί.

Το να μην το κάνω εγώ προσωπικά θα ήταν σαν να απεκδύομαι την ευθύνη μου. Αλλά κάθε συγγραφέας είναι διαφορετικός. Και πολλοί από τους αγαπημένους μου συγγραφείς δεν γράφουν πολιτική λογοτεχνία

Διαβάστε περισσότερα: http://goo.gl/PM9J6

9.12.10

51o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης - Ο νυμφώνας

 Λιγοστός κόσμος περιδιάβαζε στις αποθήκες του λιμανιού καθώς η θάλασσα έπαιρνε εκείνο το μουντό μελαγχολικό χρώμα προάγγελος της νύχτας που ερχόταν να καλύψει τη νευρική πόλη. Τίποτα δεν έδειχνε στον ανυποψίαστο περαστικό πως το 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. "Η κρίση έφτασε και εδώ" άκουσα και δεν μπορούσα να μη συμφωνήσω, αν έφερνα στο νου μου μνήμες από πανηγυρικές, πολύχρωμες, θορυβώδεις βραδιές άλλων εποχών, όταν το χρήμα έρρεε και τα πάρτυ εξελίσσονταν όλη τη μέρα με γνωστούς και άγνωστους προσκεκλημένους. "Μαζί τα φάγαμε" άκουσα μια γνώριμη φωνή από τον πυθμένα του βρώμικου λιμανιού, μα δεν έδωσα σημασία.
Στο πρόγραμμα που κρατούσα στα χέρια μου, ταινίες απ' όλον τον κόσμο προκαλούσαν και προσκαλούσαν σε ένα μαγευτικό ταξίδι στον κόσμο των εικόνων, στους ήχους και τις φωνές του. Οι Φιλιππίνες και το Limbunan, Bridal Quarter ο αγγλικός τίτλος, ήταν η επιλογή μας, επιλογή και λιγοστών άλλων θεατών που κάθονταν στις θέσεις τους περιμένοντας την έναρξη.
Το σκοτάδι πέφτει και περπατάμε σε ένα δάσος με τους ήχους του να ακούγονται εκκωφαντικοί. Το μονοπάτι στρωμένο με ξερόχορτα και φύλλα μας οδηγεί σε ενα μικρό φτωχικό σπίτι. Είμαστε έτοιμοι να παρακολουθήσουμε την ιστορία της 16χρονης Ayesah, η οποία είναι υποχρεωμένη να μείνει στο δωμάτιό της (νυμφώνα) αναμένοντας σε ένα μήνα το γάμο που ο πατέρας της συμφώνησε με μια πλούσια οικογένεια του χωριού. Η Ayesah δεν πρέπει να έρθει σε επαφή αυτό το μήνα με κανένα άλλο πρόσωπο, παρά μόνο με τους στενούς συγγενείς της. Ο Γκουτιέρεζ Μανγκανσάκαν B', ο σκηνοθέτης της ταινίας, αφηγείται μια ιστορία που διαδραματίζεται στη μουσουλμανική περιοχή του Μιντανάο, αυτονομημένη μετά από εξεγέρσεις που σημειώθηκαν την εποχή διακυβέρνησης της χώρας από την Κορασόν Ακίνο.
Η ταινία με αργό βηματισμό εστιάζει στον περιορισμό του κόσμου της Ayesah μέσα στα όρια του νυμφώνα της, ενώ ο κόσμος γύρω της, εξακολουθεί να είναι ανοικτός, προκλητικά ζωντανός, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια της μικρής γεμάτης περιέργεια και ζωντάνια αδελφής της. Η Ayesah παλέυει με τις αμφιβολίες, την άρνηση και την υποταγή, την υποκρισία και την αλήθεια, το φόβο και την ελπίδα, την παραίτηση και τον αγώνα ενώ οι γυναίκες της οικογένειας την περιποιούνται με το φώς του φεγγαριού να δημιουργεί σκιές, καλύπτοντας και αποκαλύπτοντας.
Η Ayesah δεν είναι η μόνη που φιμώνεται υποτασσόμενη στη παράδοση του Μαγκιντανάον. Η θεία της κρύβει το δικό της μυστικό με έναν γάμο που δέν έγινε ποτέ, βαμμένος στο αίμα, η μητέρα της μοιράζεται τον πατέρα της με μια χριστιανή δεύτερη σύζυγο που κυοφορεί το αρσενικό παιδί που εκείνη δεν προσέφερε, όλες βυθισμένες στη σιωπή που πρέπει να αποδεχθεί με τη σειρά της η Ayesah.
Ο σκηνοθέτης δεν κρατά επικριτική στάση, όπως ενδεχομένως οι θεατές.Παρουσιάζει μια τελετουργία που επαναλαμβάνεται αιώνες, στοιχειοθετώντας με τις εικόνες του το περιβάλλον  μιας άλλης κοινωνίας, ενός άλλου πολιτισμού τόσο μακρινού και τόσο κοντινού συνάμα.